Δευτέρα 20 Νοεμβρίου 2017

Το φυλλορρόημα… (όταν πέφτουν τα φύλλα)



(Του Α.Θ.Ρ. από το ΠΕΡΙΣΚΟΠΙΟ που κυκλοφορεί)…
  …’62 – ’63, πρώτη μέρα, στη Πρώτη Γυμνασίου, στο παλιό Δημοτικό Σχολείο της πόλης μας, που τότε στέγαζε και το Γυμνάσιο. Λύκειο τότε, δεν υπήρχε ακόμη.
 
  80 μαθητές σε μια τάξη, τέσσερις – τέσσερις σε κάθε θρανίο, ασφυκτικά κοντά η μια σειρά απ’ την άλλη και ενδιάμεσα, στο στενό διάδρομο, μια σόμπα με κάρβουνο…
  Όλοι, φρεσκο - κοντοκουρεμένοι, κάποιοι σαν τον φίλο μου τον Γιωρίκα, με κοντό παντελονάκι, στο τσουχτερό φθινοπωριάτικο κρύο.
  Αμίλητοι, ψιλοφοβισμένοι, ίσως και με σταυρωμένα τα σκανδαλιάρικα τότε, χέρια μας.
  Εμείς βέβαια, οι του Αμυνταίου, κάπως πιο άνετοι, όπως, όταν έπαιζε ο ΕΡΜΗΣ στην έδρα του κι θεωρούσαμε σίγουρη τη νίκη, και ιδίως όταν διαιτητής ήταν ο Μήτσος Κωτσόπουλος
  Είχαμε εισαγωγικές τότε, απ’ το Δημοτικό στο Γυμνάσιο, ένα πρώτο ξεσκαρτάρισμα γίνονταν, ίσως για να μην ταλαιπωρούνται άδικα και ξοδεύονται οι μαθητές ιδίως των χωριών, που τότε έπρεπε, πλην 2 – 3 γειτονικών χωριών (Ξινό, Πέτρες, Βεγόρα) να μετοικήσουν στο Αμύνταιο, για τα 6 χρόνια του Γυμνασίου.
  Οι μαθητές των τριών χωριών που ανέφερα πηγαινοέρχονταν ποδαρόδρομο, χειμώνα – καλοκαίρι και πολλές φορές τη πρώτη ώρα, προσπαθούσαν τριγύρω στη σόμπα, να ζεστάνουν τα παγωμένα χέρια και πόδια τους.
   Η μετοίκηση ήθελε νοίκια βασικά, αφού το φαγητό, για τους πλείστους, ήταν τα «καλάθια» με σπιτικά καλούδια, που φέρναν απ’ το χωριό με το τελευταίο λεωφορείο της γραμμής, τη Κυριακή.
  Οι Λεχοβίτες φέρναν κι ένα τσουβάλι με ξύλα, για τη σόμπα τους.
  Επιπλέον, κάτι που αποθάρρυνε τη συνέχιση των σπουδών στο Γυμνάσιο, ήταν τα «εργατικά» χέρια που χρειάζονταν τότε το φτωχό αγροτικό νοικοκυριό, αφού, ένα παιδί 12 – 13 χρονών ήταν ήδη ώριμο για κάθε σχεδόν απασχόληση. Και οι …Αλβανοί, ακόμα ζούσαν στη χώρα των …αετών!
  Το δεύτερο ξεσκαρτάρισμα, με ψιλότερο κόσκινο, άρχισε να γίνεται γύρω στα ’65, με εξετάσεις απ’ το Γυμνάσιο στο τότε νομοθετηθέν Λύκειο.
  Καλά, το Πανεπιστήμιο τότε, για εισαγωγή, ήθελε …πρωταθλητή Ολυμπιακών αγώνων.
  Ένας, δύο, το πολύ τρεις περνούσαν, τις καλά κλειστές τότε πόρτες των Πανεπιστημιακών σχολών. Οι άριστοι των άριστων.
  Κι έτσι άνοιγε για τους δεύτερους ο δρόμος της φυγής, για σπουδές στην Αυστρία, Ιταλία και λιγότερο Γαλλία, Γερμανία. Η Αγγλία, ήταν σχεδόν άγνωστη. Το αντίθετο με το σήμερα.
  Το καλοκαίρι, πάντα κάποιος φιλότιμος – ευσυνείδητος δάσκαλος του σχολείου του, έκαμνε ταχύρυθμο φροντιστήριο –φυσικά δωρεάν- στους αποφοίτους του Δημοτικού, για τις εισαγωγικές εξετάσεις του Γυμνασίου.
  Κι ήταν καμάρι και συζητιόταν για μέρες μετά, η επιτυχία των μαθητών του τάδε σχολείου, που είχε τον τάδε δάσκαλο.
  Κάτι ανάλογο που γίνεται σήμερα με τους ιδιωτικούς εκπαιδευτικούς, των επίσημων φροντιστηρίων, που ανακοινώνουν στον τύπο, τις επιτυχίες των μαθητών τους.
  Δυστυχώς, το απρόσωπο, ισοπεδωτικό κι ανέλεγκτο –όπως όλο το δημόσιο- πολλά χρόνια τώρα, κυριαρχεί –εκτός σπάνιων εξαιρέσεων- και στο ιερό σχολείο, που διεκπεραιώνει ψυχρά και συμβατικά, χωρίς μεράκι, αγάπη και φιλότιμο, την άγια αποστολή του.
  Οι εξαιρέσεις της πεπατημένης οι σπάνιες, της άθλιας αυτής, χρόνια τώρα, πρακτικής, υπάρχουν απλά για να επιβεβαιώνουν τον κανόνα, που κυριαρχεί στην αφασική Ελληνική εκπαίδευση.
  Σίγουρα, θ’ αντιτείνει κάποιος, χωρίς να’ χει άδικο, ότι οι δάσκαλοι κι οι καθηγητές τα χρόνια εκείνα, ήταν σε σχέση με το σήμερα, μισο – αγράμματοι.
  Ήξεραν βέβαια ορθογραφία, καθαρεύουσα, πρακτική αριθμητική, καλλιγραφία, κι ήταν όλοι τους κουστουμαρισμένοι.
  Θα θυμίσω ακόμα, ότι έδερναν ανελέητα, με βέργα, με χάρακα, με τα χέρια τους, τους μικρούς σκανδαλιάρηδες μαθητές τους, όταν ήταν αδιάβαστοι ή ακόμα κι όταν οι ίδιοι είχαν μαλώσει με τη συμβία τους… κι είν’ αλήθεια όλα αυτά.
  Όμως αυτό ήταν το κλίμα της τότε εποχής, για όλους. Ήταν η εποχή του …ξύλου, που βγήκε απ’ τον παράδεισο!
  Μέχρι κι ο υπέροχα υψίφωνος, παπά Γιώργης στο Σκλήθρο, στο ένα χέρι κρατούσε το Ευαγγέλιο και το διάβαζε και με τα’ άλλο, μάγκωνε απ’ το αφτί, κάποιον ζωηρούλη μπόμπιρα και ταρακουνούσε το κεφάλι του, που πίστευες ότι θα τα ξεκολλήσει!
  Άλλωστε τότε, τα αφτιά των περισσοτέρων μας, απ’ τα συχνά τραβήγματα, είχαν μικρό -  σχισίματα και πληγές.
  Οι μανάδες μας, πρώτες απ’ όλους, μας έδερναν σε μόνιμη βάση, άλλοτε δίκαια κι άλλοτε χωρίς λόγο, από συνήθεια ή από νεύρα, ή, σαν στοιχείο της ανατροφής μας.
  Καλά, οι Χωροφύλακες ξεπερνούσαν στον ξυλοδαρμό, τον σημερινό μας πρωταθλητή Κικ Μπόξινγκ, Μιχάλη Ζαμπίδη
  Οι συνήθως ύποπτοι μικρολωποδύτες, για κάποια μικροκλοπή, έφτυνα το γάλα της μάνας τους στον ξυλοδαρμό, μέχρι να παραδεχτούν ενοχή, είτε ήταν ένοχοι, είτα για να γλυτώσουν το ξυλοφόρτωμα και τα …ζεστά αυγά στις μασχάλες!
  Εκεί όμως που δίναν τα ρέστα τους, οι τοτινοί βασανιστο – χωροφύλακες, σε χειροπρακτικές μεθόδους, ήταν αν σε βάφτιζαν …Βούλγαρο, ΕΑΜοβούλγαρο, ή κομμουνιστή, κατάσκοπο της Σοβιετίας!
  Ο μπάρμπα Τρύφος Μπάρτζης, παλιός κομουνιστής, με χρόνια φυλακίσεις, μου έλεγε… «Εγώ Άγγελε, λυπόμουν αυτούς που τους κατηγορούσαν για Βουλγάρους και τους έδερναν. Δεν ξέραν γιατί τους δέρνουν και πονούσαν και κλαίγαν. Εμείς οι κομουνιστές ξέραμε γιατί μας δέρνουν, κι έτσι αντέχαμε το ξύλο»!!!
  Φάρμακο στον πόνο του ξυλοδαρμού και των βασανιστηρίων, ήταν η καρτερικότητα, η ειρωνεία κι η αντεπίθεση, που ανέπτυξαν οι χρόνια παλιοί βασανιζόμενοι. Κάτι, σαν την ομοιοπαθητική σήμερα.
  Ο ήρωας Αλέκος Παναγούλης, έβριζε συνεχώς τους βασανιστές του, μέχρι να σπάσει το ηθικό τους. Έτσι σταμάτησαν κάποτε τα βασανιστήρια του.
  Οι παλιοί κομουνιστές, λέγαν το αμίμητο, στωικό, στους βασανιστές τους… «Θα με δείρεις, θα με δείρεις, θα ιδρώσεις, θα κρυώσεις, θα πλευριτωθείς»!
  Άντε κουράγιο μετά να δέρνεις…
  Βάρβαρες εποχές κι ιστορίες, που όμως δεν πρέπει να μένουν …κάτω απ’ το χαλί.
  Στις αλάνες, δερνόμασταν τα παιδιά μεταξύ μας και με τα’ άλλα παιδιά, της άλλης γειτονιάς, για τσαμπουκά.
  Σκυλιά, γάτες, σπουργίτια, κάργες, γαϊδουράκια, ήταν μόνιμα στο στόχαστρο μας. Η σφεντόνα βρίσκονταν σε κάθε παιδική τσέπη.
  Στο «Γαλατικό» χωρίο, Ξινό Νερό, που έδωσε δεκάδες χρόνια, πάμπολλο ανθρώπινο δυναμικό βορά στη βία των στρατο – χωροφυλάκων, ο γνωστός λαϊκός τύπος του χωριού, Τουρούντζιας, κτυπούσε στη πλατεία του χωριού τον γαϊδαράκο του, που πεισματάρικα δεν περπατούσε.
  Ο πανθορών και πανταχού παρών τότε χωροφύλαξ –χωρίς υπερωρίες και ρεπό- έγραψε τη παράβαση, κι οδήγησε στο δικαστήριο, στο Αμύνταιο, τον ήρωα μας.
  …Γιατί κτυπούσες τον γάιδαρο σου κατηγορούμενε; ρώτησε αυστηρά, με τα γυαλιά στην άκρη της μύτης, ο βλοσυρός δικαστής.
  …Αν ήξερα ότι έχει τέτοιους φίλους, ο γάιδαρος μου, κύριε πρόεδρε, σας βεβαιώνω ότι δεν θα τον κτυπούσα…, ο ετοιμόλογος Τουρούντζιας!
  Ξανάρχομαι στα της παιδείας, μετά το ακροβατικό σλάλομ, στο άγριο κι απευκταίο χρώμα εκείνης της εποχής.
  Εκείνο το «Δημοκρατικό πεντάρι» τη δεκαετία του ’80, που ίσχυε γενικά, απ’ το Δημοτικό μέχρι το Πανεπιστήμιο, ήταν στο κλίμα … «όλα τα λεφτά, όλα τα κιλά», των σκληρά αγωνιζομένων αγροτών, με τσιπουρο – σουβλακομεζέδες, στις κλειστές για μέρες Εθνικές οδούς.
  Ίδιο, με των μόνιμα φοροδιαφευγόντων του ελεύθερου επαγγέλματος, ίδιο με τις μιζαδόρικες «μελέτες» φαραωνικών έργων, μεγαλοεισαγωγέων, εμπόρων όπλων του Δημοσίου και κάθε λοιπού Ελληνοπρεπέστατου και ευσεβούς χριστιανού, ευυπόληπτου κομπιναδόρου, που οργίασαν και βασίλεψαν ανέγγιχτοι, για 30 – 40 χρόνια, στο βασίλειο της Δανιμαρκίας.
  Από το «αριστερό»… «πρώτοι στα γράμματα, πρώτοι στον αγώνα», που πυρπολούσε τις καρδιές των φοιτητών τη δεκαετία του ’70, φτάσαμε στην αγορά, μέσω internet, διπλωματικών εργασιών, για κάθε σχολή και κάθε τεμπελάκο φοιτητή, που ξημεροβραδιάζεται στις καφετέριες.
   Μόνο εκείνοι, οι 170 του Πατρινού Πανεπιστημίου, είχαν την ατυχία ν’ αγοράσουν και να παρουσιάσουν την ίδια εργασία, κι έγιναν θέμα στα ΜΜΕ, απ’ τους καθηγητές τους, που «αγνοούσαν» το θέμα – αντιγραφή!
  Μάλλον τη βρήκαν σε φτηνή προσφορά και την πάτησαν. Κάτι σαν τα προϊόντα μαϊμού, που αγοράζουμε φτηνά και σκυλομετανιώνουμε μετά.
  Η οικονομική μας καταβαράθρωση δεν προέκυψε ξαφνικά, σαν σεισμός τεκτονικός, ούτε είναι ανεξάρτητη απ’ τη γενικότερη χαλαρότητα του «ωχαδερφισμού», του «δε βαριέσαι», του «έλα μωρέ, δικός μας είναι, δεν πειράζει», του ανεξέλεγκτου γιγαντισμού του κρατικοδίαιτου συνδικαλισμού, τη δεκαετία του ’80 και μετά.
  Ο απαραίτητος εκδημοκρατισμός και η χαλάρωση –έως κατάργηση- κάθε στοιχειώδους ελέγχου της χώρας το ’81 και μετά, λειτούργησε, όπως ήταν φυσικό, σαν εκτροφείο αριβιστών, λαμογιών, λαϊκιστών ακραίων και επώνυμων λωποδυτών.
  Και, μακάρι η ευθύνη της κατρακύλας να αφορούσε μόνο το «λαϊκίστικο» ΠΑΣΟΚ.
  Στο χώρο του ανέλεγκτου λαϊκισμού, μπήκε μέχρι τα μπούνια, ο λεγόμενος και «αρχιερέας του ρουσφετιού» Κώστας Μητσοτάκης, κι η φιλελεύθερη –κατά τα άλλα- ΝΔ του Κώστα Καραμανλή, που πήδηξε απ’ το παμπόρι, μόλις άρχισε να μπατάρει το σκάφος.
  Και για να μην παρεξηγούμαστε. Όταν αναφερόμαστε στον καταδικαστέο «λαϊκισμό». Δεν εννοούμε μόνο «χατηράκια» και άδικες παροχές, στον φτωχό και μέσο Έλληνα, αλλά κι ευκολίες, κι αμαρτωλές συμβάσεις και ρεμούλα, κι ύποπτες συναλλαγές με το μεγάλο ξένο και ντόπιο κεφάλαιο (SIEMENS, εξοπλιστικά, Ερρίκος Ντυνάν, φάρμακα).
  Οι καθαρίστριες του Υπουργείου Οικονομικών που απέλυσε ο Κυριάκος, δεν ήταν ο «κόπρος του Αυγεία», αλλά οι Χριστοφοράκηδες της SIEMENS, οι γνωστοί και κολλητοί σου Κυριάκο μου, που σου κάναν δώρα καφετιέρες και τηλέφωνα, κι είστε γείτονες, δίπλα – δίπλα στα εξοχικά σας…
  Πρώτη μέρα, στη Πρώτη Γυμνασίου και εισβάλεις αμίλητος, σκυφτός, στη τάξη των 80 μαθητών, ένας φιλόλογος, ο Γιώργης ο Αζής, ή Αζέας, ή Αζώφ (όπως έλεγε ο ίδιος για το επίθετο του).
  Παίρνει κιμωλία και γράφει στον μαυροπίνακα … «Το φυλλορρόημα» (όταν πέφτουν τα φύλλα, …γράφετε, 2 ώρες έκθεση.
  Και κάθισε, αμίλητος και συνοφρυωμένος στην έδρα.
  Άντε τώρα, να γράψεις τι συμβαίνει όταν πέφτουν τα φύλλα το φθινόπωρο!
  Αυτό το ξεκάρφωτο, της πρώτης μέρας στο Γυμνάσιο, που πέταξε στα παιδικά μας μούτρα, ο ιδιόρρυθμος Αζής, πάνω από μισόν αιώνα, το θυμάμαι…

2 σχόλια:

  1. Ο ΗΡΩΑΣ == ΑΛΕΚΟΣ (τσιπρας) ΠΑΝΑΓΟΥΛΙΑΣ
    ( Τα υπολοιπα πολιτικα ονοματα εινι τησ σκουπας)
    καλα =ρε= ΑΘΡ ποτε θα βαλης μυαλο
    Ακομη κοιμασαι και περιμενεις να βγη παλι ο ΠΡΑΣΙΝΟΣ
    ΗΛΙΟΣ της διαφθορας που διελυσε την ελλαδιτσα σου
    αλλα, επειδη δεν ανατελει αλλο προτιμας τον ΚΟΚΚΙΝΟ.
    Καφε τζαμπα ΣΤΗΝ γωνια ==ΔΙΑ ΕΣΕ...===

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Υπέροχο άρωμα γραφής. LeftPerfume θα το ονόμαζα... Προτείνω στο τέλος να κλείσει με μια φωτοβολίδα...στο πόδι!

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Η εποικοδομητική κριτική και οι εναλλακτικές προτάσεις - απόψεις είναι απαραίτητες και ευπρόσδεκτες, ειδικά όταν το ζητούμενο είναι η ανταλλαγή ιδεών.
Τα σχόλια εκφράζουν τις απόψεις των αποστολέων τους και η ευθύνη (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές.
Κάθε υβριστικό, προσβλητικό ή άσχετο με το θέμα της ανάρτησης σχόλιο, θα διαγράφεται όποτε εντοπίζεται από την ομάδα διαχείρισης.
Ευχαριστούμε για τη συμμετοχή σου.